ἐρριμμένα

ἐρριμμένα
ἐρρῑμμένα , ῥίπτω
throw
perf part mp neut nom/voc/acc pl
ἐρρῑμμένᾱ , ῥίπτω
throw
perf part mp fem nom/voc/acc dual
ἐρρῑμμένᾱ , ῥίπτω
throw
perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πλίνθος — Ευρύτατη ποικιλία οικοδομικών υλικών τα οποία κατασκευάζονται από αργιλώδη γη. Γενικότερα είναι γνωστός με την ονομασία τούβλο. Η πρώτη ύλη καθαρίζεται, αναμειγνύεται με νερό, τοποθετείται σε καλούπια, ξεραίνεται και, τέλος, ψήνεται σε ειδικά… …   Dictionary of Greek

  • σωρηδόν — ΝΜΑ επίρρ. (κυριολ. και μτφ.) σε σωρούς, σε μεγάλο αριθμό ώστε να σχηματίζεται σωρός (α. «θηκάρια σωρηδόν ερριμμένα», Κάλβ. β. «πῑπτον δ αὖ σωρηδὸν ἄλλοι ἐπ ἄλλω», Τζέτζ γ. «σωρηδὸν ἐκ χειρῶν νόμῳ διεφθείροντο», Πολ.) αρχ. μαθημ. με αριθμητική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”